Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2018

On body and soul


2017 // Ildikó Enyedi 

«Είναι δυνατόν δύο άνθρωποι να συναντιούνται στα όνειρά τους;» 
Μία μεταφορά για το όνειρο και την πραγματικότητα, τα ζώα και τους ανθρώπους, τον έρωτα και τη σφαγή. Ξεκινάει με τη γνωριμία ενός αρσενικού με ένα θηλυκό ελάφι και παράλληλα με όλα τα άλλα μας δείχνει τη σχέση τους. Κατά την εξέλιξή της, η ταινία παρατηρεί δράσεις και πράξεις ανθρώπων, όσο και ζώων-όπως το τι κάνει μία μύγα. Κεντρικός χώρος της ταινίας είναι ένα πολύ καλά επιμελημένο σφαγείο αγελάδων. Βλέπουμε πολύ καθαρά, με ωμότητα και ευθύτητα την αποστασιοποίηση των ανθρώπων απέναντι στα ζώα, αλλά και απέναντι στον ίδιο τον άνθρωπο, μέσα από τις διαδικασίες σφαγής, κρεμάσματος, αφαίμαξης, κ.τ.λ.. των ζώων. Ο χώρος είναι ψυχρός, βάναυσος, αμετανόητος. Αν και τα πράγματα δεν είναι πάντοτε αυτό που φαίνονται, οι κοινωνικές ισορροπίες ανάμεσα στους υπαλλήλους είναι αναμενόμενες και συνηθισμένες. 

Διευθυντής οικονομικών της εταιρείας είναι ένας τύπος με ανάπηρο χέρι που δεν κατεβαίνει ποτέ στα κάτω μέρη, όπου γίνονται οι σφαγές και ασκεί την εξουσία του και την υπηρεσία του από τα πάνω. Μέχρι που στην εταιρεία προσλαμβάνεται μία αναπληρώτρια διευθύντρια ποιοτικού ελέγχου που του κινεί την προσοχή, γιατί φαίνεται να πάσχει από έντονο κοινωνικό άγχος. Εκείνος προσπαθεί να την προσεγγίσει, ενώ παράλληλα βλέπουμε σφαγές ζώων και τη ζωή των δύο ελαφιών, μα εκείνη τον απωθεί, όπως και όλους από γύρω της, αφού φαίνεται να έχει δυσκολία στην οποιαδήποτε κοινωνική επαφή και συνεύρεση, ενώ αργότερα φανερώνει ότι έχει και ασυνήθιστα δυνατή μνήμη. Ελέγχοντας τα σφαγμένα ζώα που γίνονται άψυχα κρέατα, τα βγάζει όλα δεύτερης διαλογής και οι εργάτριες της σφαγής απορούν. Οπότε, ο διευθυντής οικονομικών κατεβαίνει για να τη ρωτήσει γιατί το κάνει αυτό και να της κάνει παρατήρηση, αλλά όταν αυτή του λέει ότι απλώς υπακούει στον κανονισμό και τα κρέατα είναι ελάχιστα χιλιοστά από όσο πρέπει, εκείνος δεν έχει να της πει τίποτα. 
Με έναν παράξενο και μαγικό τρόπο, αυτοί οι δύο συνδέονται και συναντιούνται σε έναν ονειρικό φαντασιακό κόσμο που έρχεται σε κομβική σύγκρουση με την ωμή και  σκληρή πραγματικότητα. Δεν είμαι βέβαιη τι ακριβώς θέλει να δείξει η ταινία σε σημεία, πιστεύω πως η σκηνοθεσία, η φωτογραφία και ο συνδυασμός των δύο  υπερνίκησαν ένα ελλιπές σενάριο –εκτός αν συνέβη το αντίθετο. Πάντως, έχει ενδιαφέρον και είναι πρωτότυπη σαν ταινία και, ενώ θα τη χαρακτήριζα εύκολα  κάπως ιδιαίτερη, δεν θα έλεγα κατά τον ίδιο τρόπο, ότι το αποτέλεσμα με άφησε ικανοποιημένη και ολοκληρωμένη, αλλά ίσως αυτό να ήταν και η επιδίωξη των δημιουργών.  

Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2018

Exit through the gift shop


2010 // Banksy

https://www.youtube.com/watch?v=GmugwrlnSWA

Όποιος/α αμφιβάλλει για την ευφυΐα του Banksy, τότε καλό θα ήταν να συνεχίσει να αμφιβάλλει. Αυτό μας λέει ο ίδιος ο καλλιτέχνης, γυρίζοντας αυτό το ντοκiμαντέρ. Ο ίδιος ο Banksy μιλάει ανώνυμα, με καλυμμένο πρόσωπο, μέσα στην ταινία και, μεταξύ άλλων πολύ ενδιαφερόντων και αξιοσημείωτων πραγμάτων, λέει πως δεν ήξερε πώς να κάνει ταινίες, αλλά βλέποντας τον Thierry Guetta, κατάλαβε ότι δεν χρειάζεται να ξέρεις και ότι δεν είναι και αυτό το κεντρικό ζήτημα.  Το ντοκιμαντέρ ξεκινάει να μας δείχνει τον Thierry Guetta, έναν Γάλλο μετανάστη στο Los Angeles, που από πωλητής second hand ρούχων, φανατικός καμεραμάν και οικογενειάρχης, ξεκίνησε κινηματογραφόντας τον Invader, ξάδερφό του και γνωστό street artist,  να κολλάει πλακάκια σε όλη την πόλη, σε τοίχους, στους δρόμους, παντού, εμπνευσμένα και κατασκευασμένα σύμφωνα με την αισθητική του Space Invaders.  
O Thierry ξεκινάει μία σχεδόν παρανοϊκή διαδρομή στους δρόμους και στα γκράφιτι και εξερευνάει τη ζωή των καλλιτεχνών και της τέχνης του δρόμου, τραβώντας διάφορους ζωγράφους και σχεδιαστές του δρόμου, όπως τον Shepard Fairey, ο οποίος συνδέει τον Thierry με τον Banksy. Οι δυο τελευταίοι αρχίζουν μία «συνεργασία», ο Thierry θέλει να γυρίσει τον Banksy εν δράσει, αλλά σιγά-σιγά ο Banksy του λέει να κάνει τέχνη και τον ωθεί προς αυτό, οπότε η κάμερα στρέφεται στον Thierry. Από εκεί που θα βλέπαμε ένα ντοκιμαντέρ για την τέχνη του δρόμου από έναν ανεξάρτητο πωρωμένο κινηματογραφιστή, βλέπουμε πώς ο Banksy ανατρέπει το θεαματικό κέντρο της ταινίας και το γυρίζει προς το ίδιο το θέαμα. Ο Thierry προσπαθεί να κτίσει ένα τεράστιο σόου, όπου δείχνει τους πίνακές του, που δεν τους παράγει ο ίδιος, καθώς πιστεύει ότι δουλειά του καλλιτέχνη είναι να απαιτεί την ιδέα, να περιγράφει πώς θα γίνει και να επιτελείται η ιδέα από κάποιον άλλον. Οργανώνει, λοιπόν, εργάτες και τους συγκεντρώνει για αυτόν τον σκοπό, ψάχνει παντού έμπνευση και φτιάχνει ένα μεγάλο πρότζεκτ που δεν έχει κανένα απολύτως νόημα, προσπαθώντας να κάνει την έκρηξη στον καλλιτεχνικό κόσμο. Η έκθεσή του παίρνει δύο αμφιλεγόμενες προ-κριτικές από τον Banksy και τον Shepard κι έτσι αποκτάει φήμη. Μεγάλο περιοδικό του Los Angeles, κάνει τον Mr Brainwash -όπως ο Thierry αυτοαποκαλείται πλέον-, φαινόμενο και όλοι ψυλλιάζονται, μαθαίνουν και ακούνε για αυτόν. Μέσα σε μία εβδομάδα, χιλιάδες κόσμος συρρέει να δει, αυτό που πριν δεν ήταν τίποτα και τώρα είναι κάτι σημαντικό.
Κάποιοι από τους επισκέπτες της έκθεσης δηλώνουν ότι δεν ξέρουν τι ήρθαν να δούνε, αλλά καταλαβαίνουν ότι αυτό είναι κάτι σπουδαίο, επειδή παρουσιάστηκε και προμοταρίστηκε κατ’αυτόν τον τρόπο, επειδή φτιάχτηκε με πολλά χρήματα και δόθηκε ως το καινούργιο, το μεταμοντέρνο, το εναλλακτικό. Και κάπως έτσι φτιάχνεται η ιστορία της τέχνης. Μέσα από το σύνθετο και πολύπλευρο πρίσμα του, ο Banksy με ένα απλό τεχνικά ντοκιμαντέρ, μας δείχνει πόσο εύκολα καλλιεργείται η εικόνα και η λατρεία προς αυτήν, πώς από το τίποτα, μπορείς να κάνεις τα πάντα και πώς η τέχνη είναι κάτι που μπορούν να κάνουν όλοι/ες. Παρά ταύτα, φροντίζει να καταλήξει πως μπορεί και να πρόκειται για ένα μεγάλο αστείο, την ίδια στιγμή, από το οποίο ξεγελιούνται οι περισσότεροι/ες. Με παρόμοια λογική, ο εκπρόσωπος τύπου του Banksy, Steve Lazaridis, δηλώνει περίπου πως όλη η κατασκευή του οικοδομήματος που λέμε τέχνη, αυτό το πράγμα είναι ένα αστείο, αλλά δεν ξέρει ποιο είναι το αστείο και αφού το σκεφτεί λίγο, ίσως και να μην υπάρχει κάποιο αστείο: "I think the joke is on...I don't know who the joke is on, really. I don't even know if there is a joke.".
Έτσι, γίνεται κατανοητό, αυτό που θεωρείται δεδομένο, δηλαδή το ότι η δημοσιότητα αποτελεί το γέμισμα μιας τεράστιας φούσκας με κενό αέρα, αλλά μπορεί να καθορίσει την άποψη και την οπτική του κόσμου και να κάνει τα πράγματα να φαίνονται πολύ διαφορετικά από αυτό που είναι. Βέβαια, δεν ξέρουμε ακριβώς πώς είναι, αφού πάντα παρεμβάλλεται το φίλτρο της δημοσιότητας, έτσι ώστε να φτάνουμε στο σημείο να έχουμε χάσει το πρωταρχικό (αν νοείται αυτό). Το ντοκιμαντέρ χαρακτηρίζεται από την ειρωνεία και το «κλείσιμο του ματιού» του Banksy απέναντι σε αυτούς/ες που έχουν να πούνε οτιδήποτε (θετικό ή αρνητικό) για αυτόν και τη δημοσιότητα που έχει λάβει, ως πολιτικός street artist. Είναι σαν να αποδέχεται ότι αποτελεί ένα φετιχιστικό προϊόν προς κατανάλωση, στο πλαίσιο της βιομηχανίας της τέχνης, εντούτοις, εφόσον αυτός παραμένει στην ανωνυμία, δεν ευθύνεται για αυτό που συμβαίνει και ασκεί κριτική ακόμα και στον ίδιο του τον εαυτό. Εφόσον ένας άγνωστος, ο Thierry ή αλλιώς Mr. Brainwash, όπως θέλει πια να λέγεται, γίνεται καλλιτέχνης από τη μία μέρα στην άλλη, κυριολεκτικά, επειδή το αποφάσισε, έτσι και ο καθένας μπορεί. Αυτός είναι και ο βασικός τρόπος αντιμετώπισης του πράγματος αυτού καθαυτού, δηλαδή, το κοινό που πήγε να δει αυτή την έκθεση, το κοινό που πάει να δει κάθε έκθεση, ανοίγει το στόμα έκπληκτο. Αν ξέρει ότι το γκράφιτι έχει γίνει από τον Banksy, θα το προσέξει, αν το δει σε έναν χώρο τέχνης θα το προσέξει, αν δεν το ξέρει, πιθανότατα, δεν θα του δώσει σημασία. Χάρη στις κυριαρχικές λειτουργίες του θεάματος, της διαφήμισης και του κέρδους των εμπόρων και των συλλεκτών και των επενδυτών τέχνης, η προπαγάνδα, η χειραγώγηση, ο ετεροκαθορισμός και η εξάρτηση της τέχνης είναι δεδομένα και τόσο καλά ενσωματωμένα, που φαίνεται σαν να μην ξεχωρίζουν πλέον. 
Ο Thierry έκανε εκατομμύρια, τελικά, με τα έργα του, αποδεικνύοντας πως κάποιος/α μπορεί να γίνει διάσημος από τη μία μέρα στην άλλη, χωρίς αυτό να έχει καμία επιπλέον αξία (πέρα από την οικονομική). Ο Thierry φαίνεται σαν να μετατράπηκε ο ίδιος σε ένα καλλιτεχνικό παραγωγικό εμπόρευμα. Ενώ ο Banksy ειρωνικά γράφει στους τίτλους τέλους ότι δεν πρόκειται να βοηθήσει κανέναν να κάνει ντοκιμαντέρ για την τέχνη του δρόμου, γιατί μας αποδεικνύει περίτρανα, αυτό που λέει και ο Thierry, όταν καταλήγει να κάνει ο ίδιος «τέχνη»: «Αρχίζεις και βυθίζεσαι και στριφογυρίζεις και βουλιάζεις και εθίζεσαι σε αυτό». Μάλλον, ο Banksy είναι ο σημαντικότερος κριτικός καλλιτέχνης της εποχής, σύμφωνα με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αλλά αν υπολογίσουμε τι μας λέει ο ίδιος, τότε οφείλουμε να αμφιβάλουμε για αυτό και δεν ξέρουμε αν είναι όλα μία μεγάλη φούσκα, την οποία ο ίδιος συνεχίζει να φουσκώνει, γύρω από τον street artist περσονο-εαυτό του. 

Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2018

Maniac

2018 // Cary Joji Fukunaga, Patrick Somerville 


Μία δυστοπική σειρά για το υποσυνείδητο, για την πνευματική ανισορροπία, τη σχιζοφρένεια, την οικογένεια, το πένθος και την απώλεια, για τα λάθη, για τα πάθη και τη φιλία. Αισθητική βίντατζ, ρέτρο-φουτουριστική, πολύ καλοφτιαγμένη. Εξαιρετικός ο Jonah Hill(Owen), ως σχιζοφρενής, έκπτωτος γόνος πλούσιας οικογένειας. Φανταστική η Emma Stone(Annie), ως ναρκομανής που έχασε την αδελφή της και προσπαθεί να διαχειριστεί τον άδοξο θάνατο και τις ενοχές που της προκάλεσε. Οι δύο, Annie και Owen, γνωρίζονται όταν αποφασίζουν να συμμετάσχουν σε μία επί πληρωμή δοκιμασία τριών χαπιών που υπόσχονται να απαλύνουν τον πόνο σε τρία στάδια. Δεν έχουν καμία διάθεση να αλλάξουν τις ζωές τους, αλλά είναι τόσο παραιτημένοι που ωθούνται στον πάτο της φαρμακευτικής που θέλει να τους κάνει πειραματόζωα με σκοπό την επίτευξη της ανθρώπινης ευτυχίας και του καπιταλιστικού κέρδους. Το αφεντικό της εταιρείας είναι μία οθόνη με παράσιτα ή κάποιος μέσα στην οθόνη που δεν φαίνεται ποτέ και είναι μόνιμα στα ανώτατα κλιμάκια, δίχως να εμφανίζεται στα πρότζεκτς που συμβαίνουν στους υπόλοιπους ορόφους (ούτε εμείς γνωρίζουμε, ως θεατές, τι ακριβώς γίνεται). 
Η Γκέρτι, μία τεχνητή νοημοσύνη επιβλέπει και ελέγχει τη διαδικασία βύθισης των υποκειμένων που υπόκεινται στο πείραμα, μέχρι που πεθαίνει ο επιβλέπων επιστήμονας και η Γκέρτι βυθίζεται σε πένθος. Θυμίζει πολύ έντονα την τεχνητή νοημοσύνη της Οδύσσειας του Διαστήματος, αφού μπορεί και αισθάνεται ξεκάθαρα, διατυπώνει συναισθήματα και σκέψεις της. Θλίψη και πόνος την καταλαμβάνουν, οπότε βλέπουμε την επίδρασή της στην ονειρική δράση των ηρώων. Εμφανίζεται ο γιατρός που επινόησε την Γκέρτι (Dr Mantleray) και όλα αλλάζουν και ανατρέπονται, ξεδιπλώνοντας μία φουτουριστική πρόσληψη του οιδιπόδειου συμπλέγματος, από τους δημιουργούς της σειράς. 
Η σχέση της σειράς με την ψυχαναλυτική εμπειρία ξεδιπλώνεται μέσα από τα τρία στάδια/τρία χάπια που ταξιδεύουν το κεντρικό ζευγάρι σε διαφορετικές εποχές, όπου και συναντιούνται και προσπαθούν να διασώσουν ο ένας την άλλη και αντίστοιχα, ενώ βουτάνε στα λιμνάζοντα προβλήματα και στις δικλείδες των μυαλών τους. Φοβερή ανάλυση με μαύρο χιούμορ και ενδιαφέροντα σημεία που ωστόσο δεν οδηγεί και σε κομβικά συμπεράσματα, αλλά έχει μία νότα ευχάριστη και ωραία που σε κρατάει μέχρι και την τελευταία σκηνή. Μετά τους τίτλους τέλους του τελευταίου επεισοδίου, βλέπουμε και την ανατροπή των συμβάσεων, με την κινηματογράφηση εκτός δράσης.  
Ο υπέροχος φουτουριστικός κόσμος της σειράς είναι φτιαγμένος από παράξενους χαρακτήρες που καπνίζουν μανιωδώς βιομηχανικά τσιγάρα, γλάστρες με φυτά, παλ χρώματα, τρελογιατρούς που πάσχουν από νευρώσεις και ψυχώσεις, ονειρικές αναδρομές σε φανταστικούς κόσμους των δύο κεντρικών χαρακτήρων, υπερρεαλιστικό σενάριο, με περίεργους χρόνους, στοιχεία και προεκτάσεις. Παρουσιάζεται επίσης η δυνατότητα να προσλάβεις proxy-friend, έναν υποκριτικό επαγγελματία φίλο ή ad-buddies, φίλους που σε συνοδεύουν παντού και σου κάνουν μία προσωπική παρουσίαση διαφημίσεων. Οι δημιουργοί με ευφυή τρόπο -όχι πάντα επιτυχημένο- αποφασίζουν τολμηρά να εμπλέξουν τα είδη ταινιών, κάτι το οποίο θα μπορούσε να αποτελεί αναφορά στη σύγχρονη μανιώδη πυρπόληση με επεισόδια από σειρές, ταινίες κ.τ.λ.. Ενδιαφέρον ίσως έχει η κάπως συμβολική και ελαφρώς μπερδεμένη ανάλυση των ψυχολογικών διαταραχών. Τέλος, η ατμόσφαιρα της σειράς είναι ευχάριστη και ωραία, σε κάθε περίπτωση, με έναν ποπ-βίντατζ-φουτουριστίκ τρόπο. 

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2018

The Deuce


Είναι γεγονός ότι το τιτανομέγιστο δίκτυο της HBO αναλαμβάνει καλές παραγωγές και ότι ο David Simon (The Wire) ξέρει πολύ καλά να γράφει σειρές για περιθωριακά στοιχεία, χαρακτήρες, ενδοκοινωνικές μεταβολές και underground καταστάσεις. Εδώ συνεργάζεται με τον George Pelekanos και βλέπουμε ότι η γραφή τους πάσχει λιγάκι από την έλλειψη της γυναικείας οπτικής. Την κινηματογράφηση κάνουν οι  Pepe Avila del Pino, Vanja Cernjul, Yaron Orbach.
Το Deuce είναι, ενδεικτικά, μία ακραία επιτυχής σειρά, γιατί καταφέρνει να δείξει την ιστορική εξέλιξη της βιομηχανίας του κινηματογράφου πορνό, την περίοδο ’70-’80, στη Νέα Υόρκη. Μιλάμε, δηλαδή, ακόμα για την περίοδο που δεν υπήρχε καν σαν ιδέα, λιγάκι για το πώς επινοήθηκε, αρκετά για το πώς αναπτύχθηκε και, τελικά, νομιμοποιήθηκε. Κατέληξε να είναι σήμερα μία από τις πιο πλουσιοπάροχες βιομηχανίες στον κόσμο, αφού εμπνέεται, δημιουργείται, εκμεταλλεύεται, χρησιμοποιεί, βασίζεται και προδιαγράφει, εν τέλει, την καύλα των ανθρώπων, κυρίως (μάλλον, δυστυχώς) των ανδρών. Μέσω έμμεσων, σημαντικών αναφορών βλέπουμε στη σειρά διάφορα ιστορικά, πολιτικά γεγονότα από διάφορες οπτικές, ανάλογα με τους ήρωες/τις ηρωίδες που τα αναλύουν ή τα συζητούν, σύμφωνα με το σενάριο. Παρατηρούμε υπονοούμενα και νοούμενα για τη διαφθορά και την παρακμιακή συμπεριφορά των αστυνομικών, για τη βία και τα παράνομα ναρκωτικά, αλλά και «νόμιμα» εγκλήματα που γίνονταν καθημερινά και συγκαλύπτονταν στις αμερικάνικες γειτονιές-γκέτο.  
Πρωταγωνιστεί η Maggie Gyllenhaal που παίζει άψογα τον ρόλο της πόρνης που, σε αντίθεση με τις συναδέρφισσές της, και από επιλογή, δεν έχει νταβατζή –με όποια δυσκολία να συνακολουθεί, φυσικά. Η Κάντι, ο ρόλος που παίζει όταν μεταμφιέζεται σε πόρνη, βάζοντας περούκες, έχει ένα μυστήριο παρελθόν. Είναι μητέρα ενός παιδιού, το οποίο μεγαλώνει η μητέρα της κάπου στα προάστια. Η ίδια φέρει αρκετά ψυχολογικά τραύματα από την οικογένειά της, όπως και οι περισσότερες πόρνες. Στο παρόν, ως Αϊλίν, έχει ένα μικρό στούντιο-δωμάτιο, το οποίο δεν μπορεί να αγοράσει, γιατί δεν έχει νόμιμες αποδοχές που μπορεί να δικαιολογήσει στην τράπεζα, ώστε να γίνει δεκτό το δάνειό της. Συνεχώς κάνει αυτοκριτικές σκέψεις και προβληματίζεται για τη θέση και το ρόλο της, είναι βασική χαρακτήρας, παίζει εξαιρετικά, αποτυπώνει τα συναισθήματα της, χωρίς να μιλάει, σε πάρα πολλές σκηνές. Απλώς φοβερή και απολαυστική, κάποιες φορές προκαλεί μία στενοχώρια και μία θλίψη, άλλες σε κάνει να ελπίζεις ότι υπάρχει σωτηρία σε αυτόν τον καλοστημένο, προκλητικό, γοητευτικό, αισθησιακό βάλτο. Η Αϊλίν θέλει να ανεξαρτητοποιηθεί από τον χώρο που την έχει κατακλύσει και προσπαθεί να βρει έναν τρόπο να επικρατεί, οπότε βλέπουμε την περιπέτεια που ζει και τις δυσκολίες που συναντάει κατά τη διάρκεια του αγώνα της να ξεφύγει από την πορνεία. 
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο ρόλος της Margarita Levieva, που παίζει μία δυναμική και ανεξάρτητη νεαρή γυναίκα, που προσπαθεί να επαναστατήσει ενάντια στο κατεστημένο μέλλον της και τις επιθυμίες της οικογένειάς της και να «γνωρίσει» τη ζωή διαφορετικά, για αυτό και καταφεύγει στο μπαρ, όπου -αποτυχημένα, κατά τη γνώμη μας- την πέφτει στον barman (James Franco), που είναι σαπίλας, όμως καλοπροαίρετος (να είχαμε να λέγαμε), όχι όπως ο δίδυμος αδερφός του και καταλήγει με αυτόν σε ανοιχτή σχέση μαζί του, ενώ, παράλληλα, προσπαθεί να δώσει μία ηθικοφιλοσοφική διάσταση στα πράγματα που βλέπει και βιώνει, καθώς είναι στερεοτυπική φοιτήτρια φιλοσοφικής. Καταλήγει να καταλαβαίνει ότι οι πόρνες δεν είναι όλες καταπιεσμένες, αλλά έχουν κάνει και κάποιες επιλογές, ως άνθρωποι και δεν περιμένουν αυτή να τις σώσει. 
Η σειρά έχει απόλυτη ατμόσφαιρα και στυλ, είναι πολύ ωραία αισθητικά. Έχει γίνει φοβερή δουλειά στο ενδυματολογικό και σκηνογραφικό κομμάτι. Κλισέ και δεν μου αρέσει καθόλου ο τρόπος με τον οποίο ακούγεται, ωστόσο οι γυναίκες κλέβουν την παράσταση, είναι όλες απίστευτες περσόνες. Ενώ από την άλλη, ο James Franco παίζει διπλό ρόλο –τον εαυτό του και τον δίδυμο αδερφό του, που είναι άσπρος (καλός) και μαύρος (κακός),  με κάποιες ενδιάμεσες αποχρώσεις-, αλλά δεν είναι καθόλου πετυχημένος –και κατά τη γνώμη μου ούτε χρήσιμος για το σενάριο– , αφού ο ένας του ρόλος μονάχα είναι βασικός και καλοφτιαγμένος –του Vincent, του μπάρμαν στο Deuce, που αποδέχεται τη συνεργασία με τον Ιταλό αρχιμαφιόζο και αρχίζει γρήγορα και σταθερά να βγάζει λεφτά και να στήνει επιχειρήσεις από εδώ κι από εκεί. Ο αρχιμαφιόζος είναι Ιταλός και θυμίζει πολύ ήρωα από Νονό, μέχρι και Sopranos, χωρίς να ξεφεύγει από τις στερεοτυπικές αναπαραστάσεις, εντούτοις έχει κάποιο ενδιαφέρον τις λίγες φορές που εμφανίζεται. Σε αντίθεση με όσους τον περιβάλλουν που είναι σχεδόν αδιάφοροι. 
Επίσης, γίνεται φανερή εστίαση στον πρώτο κύκλο στους νταβατζήδες που είναι κατά κύριο λόγο βίαιοι, μαύροι, αμόρφωτοι, μπρουταλοειδείς και τερατώδεις ηλίθιοι, ενώ πιο ενδιαφέρουσες είναι οι ζωές των γυναικών της σειράς που, για να φτάσουν να γίνουν αυτό που είναι, υπονοείται ότι έχουν φοβερά κρίσιμα υπόβαθρα, που πολύ συχνά δεν αναλύονται (με σκοπό να αναλυθούν σε μελλοντικά επεισόδια;).  
Στη δεύτερη σαιζόν, από την αισθησιακή φανκ μουσική των μαύρων, γίνεται μία μετάβαση στο πρώιμο πανκ και στην άνθιση του φεμινισμού –δεύτερου κύματος. Η δεύτερη σαιζόν μου άρεσε πολύ πιο πολύ από την πρώτη, γιατί επιτέλους βλέπουμε τις γυναίκες, όπως κι αν είναι, αλλά από τις δικές τους οπτικές. Γίνεται περισσότερη εστίαση σε αυτές και εμφανίζεται στη σειρά ο κλάσικ στερεοτυπικός ομοφυλόφιλος χαρακτήρας ενός μπάρμαν, οπότε βλέπουμε και την προκατάληψη και την επίθεση απέναντι στους lgbtqi - που πολύ δυστυχώς, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχει αλλάξει δραματικά.  
Η σειρά είναι σαν ευκολόπιοτο σίριαλ, πάντως, καθώς ασχολείται επιφανειακά με κάποια ζητήματα που είναι μάλλον πολύ κρίσιμα, φαίνεται σαν να θέλει να κεντρίσει το κοινό, αλλά όχι πάρα πολύ, οπότε πετάει γυμνό στον λαό και ανάμεσα μία ιδέα που ίσως και να χάνεται.

Βλ. περισσότερα και κατατοπιστικότερα: https://bust.com/tv/193748-the-deuce-reality.html