Κυριακή 27 Μαΐου 2018

Haute Tension

 2003 // Alexandre Aja, Gregory Levasseur 

«I won’t let anyone come between us»
Έτσι ξεκινάνε όλα -και απορούμε γιατί. Η ταινία ανοίγει με μία σκηνή ονείρου που βλέπει η κεντρική ηρωίδα, Μαρί, και προμηνύει τον εφιάλτη που θα ζήσει μετά. Κατά τη διάρκεια των τίτλων που πέφτουν, ανάμεσα στις εικόνες του ονείρου, αυτή η κυρίαρχη φράση επαναλαμβάνεται, χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις. Ωστόσο, η Μαρί ξυπνάει και είναι μέσα στο αμάξι, μαζί με την κολλητή της, Αλέξ. Τις βλέπουμε ανέμελα να τραγουδούν Sara Perche Ti Amo -όχι τυχαία, βέβαια- και η σκηνή, προς το τέλος της, θυμίζει διαφήμιση μπίρας. Οι δύο κοπέλες πηγαίνουν στο οικογενειακό σπίτι της δεύτερης για να διαβάσουν για τις εξετάσεις τους στη Νομική Σχολή. 
https://www.youtube.com/watch?v=LDgUB9YSMd4

Δεν τρελάθηκα με το σενάριο, πολύ αναμενόμενα δομημένο, όχι τόσο τεκμηριωμένο και βαθύ. Κάνει μία ωραία εκτροπή, όμως δαιμονοποιεί ψυχωτικούς και λεσβίες, κατά έναν παράξενο τρόπο. Η σκηνοθεσία και η κίνηση της κάμερας πολύ ενδιαφέρουσα, με ωραίο χειρισμό που δημιουργεί αγωνία και ένταση, χωρίς επιτηδευμένο τρόπο. Χάρη στη σκηνοθεσία, η ταύτιση με την κεντρική ηρωίδα, Μαρί, επιτυγχάνεται αισίως. Η τελευταία προσπαθεί να σώσει τη φίλη της Αλέξ από τα χέρια ενός επίδοξου δολοφόνου που μπουκάρει στο σπίτι της δεύτερης και σκοτώνει με βίαιους τρόπους όλη την υπόλοιπη οικογένεια. Ο σατανικός δολοφόνος που δεν ξέρουμε γιατί τα κάνει όλα αυτά, μέχρι τη λύση του μυστηρίου, απαγάγει την Αλέξ και η Μαρί κάνει όλα αυτά που κάνει, γιατί είναι κρυφά ερωτευμένη μαζί της. Ενόσω η ταινία ξετυλίγεται, βλέπουμε όλο και περισσότερες αναφορές σε σπουδαίους σκηνοθέτες, χωρίς αυτό να σώζει, βέβαια, την ύπαρξη των περιττών σκηνών και των άδοξων εκτροπών της πλοκής. 


Η ανατροπή στο τέλος είναι ενδιαφέρουσα, αλλά ατεκμηρίωτη και σκηνοθετικά και σεναριακά. Θα μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε και κάπως αντιεπιστημονική, με μία σχετική επιείκεια. Εντούτοις, οι περισσότερες σκηνές της ταινίας είναι αρκετά τεταμένες, όπως φανερώνεται από τον τίτλο (Υψηλή Τάση). Πιθανολογούμε ότι ο Tarantino μπορεί να είδε αυτή την ταινία πριν κάνει το Death proof το 2007, αφού η σκηνή με το αυτοκίνητο που παίρνει η Μαρί για να προβεί στην καταδίωξη του μανιακού δολοφόνου είναι αρκετά εμπνευσμένη και φαινομενικά δυναμική –με όλα τα κενά που μπορεί να υπάρχουν στο σενάριο και παρά τις απορίες που προφανώς προκύπτουν. Έχει και Muse να παίζουν στο υπόβαθρο, δίνοντας έτσι μία μοντέρνα αίσθηση, ανεπανάληπτου θάμβους. 



Πολύ καλοφτιαγμένο γαλλικό horror ταινιάκι, ύμνος στο είδος, με πολύ έντονη, κλιμακώμενη δράση, αλλά και σημαντικές αναφορές σε μεγάλους σκηνοθέτες όπως τον Alfred Hitchcock και τον David Lynch. Οι φόνοι είναι χαρακτηριστικοί και πολύ βίαιοι, αντιπροσωπευτικοί για το γαλλικό gore, οπότε δεν το συνιστώ σε αιμοφοβικούς/ές. Τα χρώματα της ταινίας είναι πολύ ιδιαίτερα, όπως και τα περίεργα φώτα, έτσι ώστε να δημιουργούν μία παράδοξα ζεστή και οικεία ατμόσφαιρα –βλ. Το μωρό της Ρόζμαρι, Polanski 1968. Εάν αντέχετε τους αιματηρούς μύθους με τον –εδώ όχι και τόσο κλάσσικ- μανιακό δολοφόνο, δείτε τη.


Σάββατο 12 Μαΐου 2018

The handmaid’s tale ΙΙ

Σκέψεις και προβληματισμοί 



2017- // Bruce Miller, Margaret Atwood 



Είναι μία από τις καλύτερες σύγχρονες σειρές γιατί θίγει ζητήματα κρατικής, πολιτικής και οικονομικής εξουσίας και καταστολής, με αμεσότητα και ευθεία κατάκριση. Εκτυλίσσεται σε ένα όχι και τόσο δυστοπικό μέλλον και το καθεστώς είναι στρατιωτική θεοκρατία (βλ. Αμερική και νόμοι χρήσης οπλοκατοχής σε συνδυασμό με κυβέρνηση Τραμπ). Μιλάμε για έναν στρατό από κυρίαρχους άνδρες που έχει μαζέψει τις γυναίκες που μπορούν να τεκνοποιήσουν και τις έχει καταστήσει υποτακτικές των πλουσίων που δεν μπορούν να κάνουν παιδιά και αντικείμενα αναπαραγωγής και σεξουαλικής υποταγής. Αυτό το πολιτικό σύστημα αποτρέπει το δικαίωμα της επαφής και του συσχετισμού των υποψήφιων παιδοκουβαλητριών με τα παιδιά  που είχαν πριν τις περιορίσουν σε αυτό το σύστημα, καθώς επίσης και με τα παιδιά που θα κάνουν ή με άλλους ανθρώπους. Λειτουργούν σαν αντικείμενα προς χρήση για έναν σκοπό που βαφτίζεται ιερός. 
Οι σκέψεις μου είναι ότι στο Handmaid’s tale εκτός από τις φεμινιστικές προδιαγραφές, υπάρχουν και άμεσες αναλογίες με τον τρόπο διαχείρισης των ζώων από τις ανθρώπινες βιομηχανίες. Ο δεύτερος κύκλος ανοίγει με ένα επεισόδιο στο οποίο αν αντικαταστήσουμε τις γυναίκες με ζώα, βλέπουμε πώς λειτουργούν τα σφαγεία και τα εργοστάσια επεξεργασίας ζώων. Οι άνθρωποι στοιβάζουν διάφορα είδη ζώων που τα χαρακτηρίζουν και τα ομαδοποιούν σαν ζώα διατροφής και κατανάλωσης και τα συλλέγουν κατά εκατοντάδες χιλιάδες, οργανώνουν την αναπαραγωγική τους διαδικασία (κάτι που στο Handmaid’s tale μας φαίνεται εντελώς φρικτό και αποτρόπαιο, γιατί γίνεται ακριβώς σε ανθρώπους) και τα καταστέλλουν με διάφορους τρόπους. Κλείνουν τα στόματά τους, για να μη φαγωθούν μεταξύ τους. Τα στοιβάζουν σε κλουβιά, ακατάλληλα για το μέγεθός τους και τις συνήθειές τους, τα ποτίζουν με αυξητικές και άλλες ορμόνες, για να μεγαλώσουν γρήγορα, τα πιέζουν με μηχανήματα για να αντλήσουν το γάλα που προορίζεται για τα κλεμμένα μωρά τους, ώστε να το προωθήσουν στην ανθρώπινη αγορά. Κλέβουν τα μωρά τους και τα πουλάνε σαν μοσχαράκι γάλακτος ή σπάλα νεογνού ή δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο. Δηλαδή, βλέπουμε στα λίγα παραδείγματα ότι ο άνθρωπος φαίνεται να έχει βίαιες συμπεριφορές, τις οποίες δεν αναγνωρίζει ως τέτοιες καθώς ο ίδιος με τον ανθρωποκεντρικό του χαρακτήρα, έχει ομαδοποιήσει τα ζώα σε κατηγορίες και θεωρεί πως τα σκυλάκια και τα γατάκια είναι για κατοικίδια, ενώ οι αγελαδίτσες και τα γουρουνάκια για φάγωμα, για λόγους καθαριότητας και εξωτερικής εμφάνισης των ζώων ξεκάθαρα.
Δεύτερος κύκλος Handmaid’s tale και ξεκινάει με σκηνή που είναι σε κλουβιά οι γυναίκες και τις πάνε σε ένα μέρος που δεν ξέρουν, περνάνε από σκοτεινά τούνελς, τις πάνε σε ένα χώρο που τρέχουν και ποδοπατάνε η μία την άλλη, δαγκώνουν τους στρατιωτικούς που προσπαθούν με βία να τις καταστείλουν και τις κλείνουν τα στόματα για να μη δαγκώνουν, να μη φωνάζουν. Ξεκάθαρα κοτόπουλα σε εργοστάσιο και δεν το λέω διόλου υποτιμητικά για τα κοτόπουλα ούτε για τις γυναίκες. Οι αναλογίες σε μένα είναι πάρα πολύ ξεκάθαρες. Όχι στα όντα αυτά καθαυτά, αλλά στον τρόπο διαχείρισης και συμπεριφοράς απέναντί τους. Θεωρώ ότι η μοίρα τους στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι κοινή και δεν με αφορά η νοημοσύνη τους ή άλλα κριτήρια που θίγουμε σε ακαδημαϊκές εργασίες. Και στις δύο περιπτώσεις, βλέπουμε ότι πρόκειται για ανθρώπινη διαχείριση των ζωντανών όντων. Στο δυστοπικό Handmaid’s tale τρομάζουμε, γιατί ο άνθρωπος μπορεί να αρχίσει να συμπεριφέρεται στους ανθρώπους όπως ήδη συμπεριφέρεται στα ζώα (αν και στους πολέμους, φρικτά πράγματα συμβαίνουν που δείχνουν ότι ο άνθρωπος δεν έχει κώλυμα για το ποιο ζωντανό ον θα έχει απέναντί του, βλ. σύγχρονα στρατόπεδα συγκέντρωσης). Δεν μπορούμε να φανταστούμε ότι αυτό που συμβαίνει στο Handmaid’s tale δεν θα μπορούσε ποτέ να συμβεί και στην πραγματικότητα, όχι σε περίπτωση υπογεννητικότητας -αν και ποτέ δεν ξέρεις- αλλά σε οποιαδήποτε άλλη συνθήκη. Οι άνθρωποι αποδεικνύουν καθημερινά ότι ο σύγχρονος πολιτισμός τους υποβαστάζεται από αίμα, βία και αδικία.



Οπότε, θεωρώ πως το Handmaid’s tale έχει αναλάβει να καταδείξει την καταπίεση και τον εγκλεισμό των γυναικών, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει ακόμα και τώρα απέναντι σε άλλες ομάδες ζωντανών όντων. Οι βίαιες τάσεις του ανθρώπου υπάρχουν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν, το θέμα είναι να είμαστε εκεί για να τις περιορίζουμε και όχι για να τις κατευθύνουμε. 
Αυτά μέχρι στιγμής, έχω ενθουσιαστεί με την κινηματογράφηση, τους συμβολισμούς και το μεγαλείο αυτής της σειράς. Έχει να προσφέρει τις εικόνες στους σύγχρονους πολιτικούς και φιλοσοφικούς προβληματισμούς. Δείτε τη, εγώ ξεκλέβω χρόνο και μοιράζω επεισόδια για να την καταφέρω. Είναι άψογη. 


Τρίτη 8 Μαΐου 2018

You were never really here

Lynne Ramsay // 2017



Το σενάριο το έχει γράψει η Ramsay και είναι βασισμένο στο βιβλίο του Jonathan Ames. Η ταινία έχει εξαιρετική φωτογραφία από τον Thomas Townend και πολύ καλή σκηνοθεσία. Το σενάριο μου φάνηκε περίεργο, αλλά η Lynne τα συνηθίζει αυτά. Στα θετικά ότι θίγει το θέμα του trafficking, της παράνομης διακίνησης και εμπορίας ανθρώπων και δη ανηλίκων και ενώ αυτό αποτελεί την κεντρική βάση της ταινίας, δεν τεκμηριώνεται και αγγίζεται ακροφυγώς, αφού η ταινία λειτουργεί κυρίως αρτιστικά. Ο Joaquin Phoenix είναι απίστευτος, όπως σχεδόν πάντα, μπαίνει τέλεια και επιτελεί τον ρόλο του πάλαι πότε στρατιώτη, νυν προβληματικού παραληρηματικού υποκειμένου με τραύματα που αποφάσισε να γίνει πληρωμένος δολοφόνος για το δίκαιο, κάτι σαν power ranger που τον κοροϊδεύουν και παίρνει ναρκωτικά. Έχει μάθει να βοηθάει τη γριά μητέρα του και αφού αυτή πεθαίνει χάνει το νόημα της ζωής του και ψάχνει άλλους ανθρώπους να βοηθήσει ο γλυκούλης (αλλά δολοφόνος). 




Δεν κατάλαβα γιατί το κοριτσάκι που έχει πέσει θύμα εκμετάλλευσης, κακοποίησης από τον ίδιο τον αρχικαπιτάλα πατέρα της, σώζεται από τον κεντρικό ήρωα που περιγράψαμε όπως περιγράψαμε και θέλει να μείνει μαζί του, τον ψάχνει και τον φωνάζει, τον βλέπει σαν πατέρα και βλέπουμε το ψυχοσωματικό εξαρτησιακό σύνδρομο -παρά λίγο της Στοκχόλμης-να αναπτύσσεται πάρα πολύ όμορφα και με εξαιρετική αισθητική στην τελευταία σκηνή της ταινίας, ενώ δεν λέμε τίποτα που το κορίτσι σώζεται, μένοντας με αυτόν τον άγνωστο ενήλικα power ranger. Δηλαδή, δεν κατάλαβα αν η εξέλιξη είναι κάτι σε στυλ Lolita (Adrian Lyne) ή Mathilda από Leon, the professional (Luc Besson).


Παρά ταύτα, το προσπερνάω και έχω να πω ότι είναι πάρα πολύ ωραία η τελευταία σκηνή. Επίσης, ας παραδεχθούμε ότι αφού παίζει ο Joaquin Phoenix, η οποιαδήποτε ταινία ανεβαίνει επίπεδο αυτόματα. Όχι ότι εδώ το χρειάζεται απαραίτητα. Πολύ σκοτεινή και ενδιαφέρουσα και η ατμόσφαιρα. Η Ramsay έχει καλές ομάδες στις ταινίες τις και ξέρει τι κάνει. Μουσική επένδυση από τον Johnny Greenwood, καθηλωτική. Ωραία ταινία, να τη δείτε.